Brahms – Symphony No 4 (2025 Jacob Leshnower)
Johannes Brahms (1833-1897), German composer of the Romantic period, composed his fourth and final symphony in 1884. Somber and serious, yet rich and complex, Symphony No. 4 in E minor features four movements rich with melodic motifs, and drawing inspiration from sonata form, as well as the works of Beethoven, Bach, and other influences.
The first movement, Allegro non troppo, begins in E minor. The violins present the opening theme — a series of falling thirds when taken out of register. After some experimentation on the main melodic theme and additional motivic ideas, the woodwinds present a more rigid, yet forward-looking transition motif featuring quarter-note triplets. This leads into the secondary theme featuring longer notes, first played by the cellos. What follows is an interplay between and variation on the material presented in the exposition, climaxing at a forte dynamic, then receding back down to piano before the development. Eventually, a slower and more reflective version of the primary melody returns in the recapitulation. The secondary and triplet-based themes are also presented again, and the overall dynamic grows, culminating in a final, defiant statement in E minor, in a strong opening for the symphony.
The second movement, Andante moderato, begins more pensively, in a slower six-eight meter. The movement is oriented around the E Phrygian mode, displayed immediately by the opening horn statement with a flattened supertonic. This idea is then passed to the woodwinds, supported by pizzicato strings. Soon, staccato triplets lead into a lush secondary theme in B major presented by the cellos. The strings swell around this tonal center, until the violins announce the recapitulation with the primary theme once again. The energy increases, and the staccato triplets are reintroduced, followed by the secondary theme, this time in E major. The coda returns to the Phrygian ideas of the beginning, this time with a more lyrical and arpeggiated arrangement ending with a satisfying pianissimo E major chord.
The third movement, Allegro giocoso, is a short, six-minute duple dance in C major, serving a similar role as a Beethoven scherzo. It begins triumphant and playful with the full orchestra, in stark contrast to the previous movements, and features the addition of the piccolo and triangle for a more light-hearted feel.
The fourth movement, Allegro energico e passionato, has arguably the most unique form of the four movements. The first eight measures present an important melody: a rising run up the minor scale featuring a raised fourth scale degree and a return to the tonic. This eight-measure motivic idea is repeated for a total of thirty variations, each also eight measures, culminating in a finale.
The genre of the fourth movement is that of a Bach chaconne, and the recurring eight-measure theme draws from Bach’s Cantata No. 150. The final measures of the movement are tragic, relentless, intense, offering no sense of hope, ending with a loud, bold, searing E minor chord — a resolute and fitting final statement to round out Brahms’ final symphony.
— Jacob Leshnower
Translation by Ari Panagiotis Tsomokos ’27, undergraduate student at Yale University from Athens, Greece
Ο Γιοχάνες Μπραμς (1833-1897), Γερμανός συνθέτης της Ρομαντικής περιόδου, συνέθεσε την τέταρτη και τελευταία συμφωνία του το 1884. Υποβλητική και σοβαρή αλλά πλούσια και σύνθετη, η Συμφωνία Νο. 4 σε Μι Ελάσσονα περιλαμβάνει τέσσερα μέρη πλούσια σε μελωδικά μοτίβα, αντλώντας έμπνευση από τη φόρμα της Σονάτας, καθώς και από τα έργα του Μπετόβεν, του Μπαχ, και από άλλες επιρροές.
Το πρώτο μέρος, Alegro non troppo, ξεκινά στη Μι Ελάσσονα. Τα βιολιά παρουσιάζουν το εισαγωγικό θέμα – μια ακολουθία καθοδικών τρίτων διαστημάτων τα οποία έχουν αφαιρεθεί από την αρχική τους θέση στο πεντάγραμμο. Μετά από κάποιον πειραματισμό πάνω στο βασικό μελωδικό θέμα και επιπρόσθετες ιδέες για μοτίβα, τα ξύλινα πνευστά παρουσιάζουν ένα πιο άκαμπτο, σοβαρό, αλλά προωθητικό και «ανυπόμονο» μεταβατικό μοτίβο που περιλαμβάνει τρίηχα τετάρτων. Αυτό οδηγεί σε ένα δευτερεύον θέμα που χαρακτηρίζεται από πιο παρατεταμένες νότες, που αρχικά παίζονται από τα βιολοντσέλα. Αυτό που ακολουθεί είναι μια εναλλαγή και μια παραλλαγή του υλικού που παρουσιάζεται στην έκθεση, οι οποίες κλιμακώνονται σε μία δυναμική forte, και μετά υποχωρούν ξανά στο πιάνο πριν την ανάπτυξη. Σταδιακά, μια πιο αργή και στοχαστική εκδοχή της βασικής μελωδίας επιστρέφει στην επαναφορά του θέματος. Τα δευτερεύοντα και τα βασισμένα σε τρίηχα θέματα παρουσιάζονται ξανά επίσης, και όλη η δυναμική ενισχύεται, καταλήγοντας σε μία τελική, αποφασιστική δήλωση σε Μι Ελάσσονα, σε μία δυνατή εισαγωγή για τη συμφωνία.
Το δεύτερο μέρος, Andante moderato, ξεκινά πιο σκεπτικά, σε ένα πιο αργό μέτρο σε ρυθμό έξι όγδοα. Το μέρος προσανατολίζεται γύρω από τον Μι Φρυγικό τρόπο, ο οποίος παρουσιάζεται ευθύς αμέσως στην έναρξη του μέρους μέσα από την εισαγωγική δήλωση των γαλλικών κόρνων με μία ύφεση στην επιτονική βαθμίδα της κλίμακας. Η ιδέα μεταφέρεται κατόπιν στα ξύλινα πνευστά, τα οποία υποστηρίζονται από pizzicato των εγχόρδων. Σύντομα, τα τρίηχα στακάτο οδηγούν σε ένα πλούσιο δευτερεύον θέμα σε Σι Μείζονα το οποίο παρουσιάζεται από τα βιολοντσέλα. Τα έγχορδα «φουσκώνουν» γύρω από αυτό το τονικό κέντρο, ώσπου τα βιολιά ανακοινώσουν την επαναφορά και πάλι με το κυρίως θέμα. Η ενέργεια αυξάνεται, και τα τρίηχα στακάτο επανέρχονται, ακολουθούμενα από το δευτερεύον θέμα, αυτή τη φορά σε Μι Μείζονα. Η coda επιστρέφει στις Φρυγικές ιδέες της αρχής, αυτή τη φορά με μια πιο λυρική και αρπισμένη ενορχήστρωση που καταλήγει σε μια ικανοποιητική pianissimo συγχορδία σε Μι Μείζονα.
Το τρίτο μέρος, Allegro giocoso, είναι ένας σύντομος, εξάλεπτος δίσημος χορός (αγγλ. duple dance) σε Ντο Μείζονα, ο οποίος παίζει έναν ρόλο παρόμοιο με εκείνον ενός σκέρτσου (scherzo) του Μπετόβεν. Ξεκινά θριαμβευτικά και παιχνιδιάρικα με την πλήρη ορχήστρα, σε έντονη αντίθεση με τα προηγούμενα μέρη, και παρουσιάζει την προσθήκη του πίκολο και του τριγώνου για μια πιο ανάλαφρη αίσθηση.
Το τέταρτο μέρος, Allegro energico e passionate, έχει ίσως την πιο ιδιαίτερη φόρμα από τα τέσσερα μέρη. Τα πρώτα οκτώ μέτρα παρουσιάζουν μια σημαντική μελωδία: μια γρήγορη ανοδική κίνηση στην ελάσσονα κλίμακα με ανυψωμένη την τέταρτη βαθμίδα της κλίμακας και επιστροφή στην τονική. Αυτή η ιδέα με μοτίβο των οκτώ μέτρων επαναλαμβάνεται σε συνολικά τριάντα παραλλαγές, η κάθε μία με επίσης οκτώ μέτρα, καταλήγοντας στο φινάλε.
Το είδος του τέταρτου μέρους είναι αυτό μιας «Σακόν» (αγγλ. chaconne) του Μπαχ, ενώ το επαναλαμβανόμενο θέμα οκτώ μέτρων προέρχεται από την Καντάτα (Cantata) αριθμός 150 του Μπαχ. Τα τελευταία μέτρα του μέρους είναι τραγικά, ανελέητα, έντονα, μη προσφέροντας καμία αίσθηση ελπίδας, τελειώνοντας με μία δυνατή, τολμηρή, διαπεραστική συγχορδία Μι Ελάσσονα – μία αποφασιστική και αρμόζουσα καταληκτική δήλωση για να ολοκληρώσει την τελευταία συμφωνία του Μπραμς.
— Jacob Leshnower
Μετάφραση – Απόδοση: Άρης Παναγιώτης Τσομώκος ’27, προπτυχιακός φοιτητής Πανεπιστημίου Yale από την Αθήνα